- χαϊδανασταίνω
- ανατρέφω με χάδια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
χαϊδανασταίνω — Ν ανατρέφω με χάδια, με μεγάλη στοργή και τρυφερότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χάιδι / χάδι + ανασταίνω «ανατρέφω»] … Dictionary of Greek